Εκατό χρόνια από την Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα
Φέτος γιορτάζουμε τα εκατό χρόνια της Ένωσης της Κρήτης με την Ελλάδα. Την Κυριακή 1η Δεκεμβρίου 2013 σύσσωμος ο κρητικός λαός συγκεντρώθηκε στο ιστορικό φρούριο του Φιρκά στα Χανιά, για να εορτάσει πανηγυρικά το μεγάλο επετειακό γεγονός και να τιμήσει τους αγωνιστές που πάλεψαν για το πολυπόθητο όραμα. Παρακάτω θα αναφερθούμε στις πυκνές και επίμονες επαναστάσεις του 19ου αιώνα, οι οποίες οδήγησαν στην ένωση του νησιού μας με τη μητέρα Ελλάδα.
|
Στην Κρήτη, στα τετρακόσια τόσα χρόνια της σκλαβιάς της, ο πόλεμος ήταν η ζωή, σύντομα διαλείμματα η ειρήνη, τόσο όσο να ξαποστάσουν, να δέσουν τις λαβωματιές τους τα ατίθασα παλικάρια της.
Στα 1897 η Κρήτη βρίσκεται ακόμα κάτω από τον τουρκικό ζυγό. Ο σουλτάνος Αμπντούλ Χαμίτ μετά από επαναστάσεις των Κρητικών παρέχει το νέο Οργανικό Νόμο που δίνει για πρώτη φορά στις Δυνάμεις της Ευρώπης το δικαίωμα να επεμβαίνουν στην Kρήτη ενεργά για την προστασία του άμαχου πληθυσμού από τις συνεχείς και ανεξέλεγκτες βιαιοπραγίες των Τούρκων. Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις άρχισαν και πάλι να παρακολουθούν από κοντά τα διαδραματιζόμενα.
Στα 1897 η Κρήτη βρίσκεται ακόμα κάτω από τον τουρκικό ζυγό. Ο σουλτάνος Αμπντούλ Χαμίτ μετά από επαναστάσεις των Κρητικών παρέχει το νέο Οργανικό Νόμο που δίνει για πρώτη φορά στις Δυνάμεις της Ευρώπης το δικαίωμα να επεμβαίνουν στην Kρήτη ενεργά για την προστασία του άμαχου πληθυσμού από τις συνεχείς και ανεξέλεγκτες βιαιοπραγίες των Τούρκων. Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις άρχισαν και πάλι να παρακολουθούν από κοντά τα διαδραματιζόμενα.
H αντίδραση του ντόπιου μουσουλμανικού στοιχείου και κυρίως των Tουρκοκρητικών και των ατάκτων (βασιβουζούκων) στην εφαρμογή του νέου Oργανισμού εκδηλώθηκε πάλι με άγριες και σε μεγάλη έκταση βιαιοπραγίες, με δολοφονίες και εμπρησμούς στα μεγάλα κέντρα της νήσου και με κατατρομοκράτηση του άμαχου πληθυσμού. H κατάσταση χειροτέρεψε από τις αρχές του 1897, με σφαγές του χριστιανικού στοιχείου στις μεγάλες πόλεις της Κρήτης.
Ο Έλληνας πρόξενος στην Κρήτη τηλεγραφεί απελπισμένα στον πρωθυπουργό της Ελλάδας Θεόδωρο Δηλιγιάννη καλώντας τον να επέμβει με πλοία για τη διάσωση των χριστιανών.
Τελικά, η ελληνική κυβέρνηση, πιεζόμενη από την αντιπολίτευση και την κοινή γνώμη, αποφάσισε να επέμβει στην Κρήτη. Στην αρχή, έστειλε πολεμικά πλοία για να εμποδίσουν τη μεταφορά τουρκικού στρατού και διέταξε 17 Κρήτες αξιωματικούς να υποβάλλουν τις παραιτήσεις τους και να οργανώσουν επαναστατικά σώματα για την Κρήτη.
Ο Έλληνας πρόξενος στην Κρήτη τηλεγραφεί απελπισμένα στον πρωθυπουργό της Ελλάδας Θεόδωρο Δηλιγιάννη καλώντας τον να επέμβει με πλοία για τη διάσωση των χριστιανών.
Τελικά, η ελληνική κυβέρνηση, πιεζόμενη από την αντιπολίτευση και την κοινή γνώμη, αποφάσισε να επέμβει στην Κρήτη. Στην αρχή, έστειλε πολεμικά πλοία για να εμποδίσουν τη μεταφορά τουρκικού στρατού και διέταξε 17 Κρήτες αξιωματικούς να υποβάλλουν τις παραιτήσεις τους και να οργανώσουν επαναστατικά σώματα για την Κρήτη.
Όσο η Κρήτη πνίγεται στο αίμα, οι Μεγάλες Δυνάμεις έδειξαν αδράνεια και αργοπορία ενώ θα μπορούσαν να περιορίσουν το κακό με μιαν απειλή προς την Τουρκία ή με έγκαιρη παρέμβασή τους για σβήσιμο της φωτιάς που επί τρεις μέρες κατέκαιε τις χριστιανικές συνοικίες.
Την παρουσία των Δυνάμεων στην Κρήτη νομιμοποίησε κατά τα μέσα Φεβρουαρίου του 1897 ο σουλτάνος που μεταβιβάζει στους προξένους την εξουσία ν’ απευθύνονται ως κύριοι σ’ όλους τους κατοίκους του νησιού με σκοπό την επιβολή της ειρήνης.
Η ελληνική κυβέρνηση θέλησε να προλάβει τους ξένους και έστειλε το συνταγματάρχη Τιμολέοντα Βάσσο, υπασπιστή του βασιλιά να καταλάβει την Κρήτη και να κηρύξει την ένωσή της με την Ελλάδα. Ο Τιμολέοντας Βάσσος αποβιβάστηκε στο Κολυμπάρι την 1η Φεβρουαρίου και εξέδωσε πανηγυρική προκήρυξη με την οποία, στο όνομα του βασιλιά κήρυττε την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα.
Την παρουσία των Δυνάμεων στην Κρήτη νομιμοποίησε κατά τα μέσα Φεβρουαρίου του 1897 ο σουλτάνος που μεταβιβάζει στους προξένους την εξουσία ν’ απευθύνονται ως κύριοι σ’ όλους τους κατοίκους του νησιού με σκοπό την επιβολή της ειρήνης.
Η ελληνική κυβέρνηση θέλησε να προλάβει τους ξένους και έστειλε το συνταγματάρχη Τιμολέοντα Βάσσο, υπασπιστή του βασιλιά να καταλάβει την Κρήτη και να κηρύξει την ένωσή της με την Ελλάδα. Ο Τιμολέοντας Βάσσος αποβιβάστηκε στο Κολυμπάρι την 1η Φεβρουαρίου και εξέδωσε πανηγυρική προκήρυξη με την οποία, στο όνομα του βασιλιά κήρυττε την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα.
Η οργή των ναυάρχων του στόλου των Μεγάλων Δυνάμεων για ανυπακοή στις εντολές τους ξέσπασε με το βομβαρδισμό του επαναστατικού στρατοπέδου στο Ακρωτήρι Χανίων (9-2-97) στο οποίο βρισκόταν ο νεαρός τότε Ελευθέριος Βενιζέλος ως μέλος της επαναστατικής επιτροπής. Κατάπληξη προκάλεσε το περιστατικό του Κρητικού αγωνιστή Σπύρου Καγιαλέ. Όταν μια τρίτη οβίδα κάνει κομμάτια τον ιστό της ελληνικής σημαίας που κρατούσαν οι επαναστάτες , τότε ο Καγιαλές κάνει το κορμί του κοντάρι και την σηκώνει ψηλά. Το γεγονός δημιούργησε ζωηρές αντιδράσεις στην Ευρώπη με διαδηλώσεις και δημοσιεύματα υπέρ των Κρητών και κατά των ευρωπαίων ναυάρχων που βομβάρδιζαν μετά από διαταγή των κυβερνήσεων τους για να υποστηρίξουν τους Τούρκους.
Η φιλοτουρκική στάση των Δυνάμεων με το βομβαρδισμό του Ακρωτηρίου δημιουργεί οργή και αγανάκτηση στην Κρήτη.
Δυο μήνες μετά το βομβαρδισμό του Ακρωτηρίου από τις «προστάτιδες» Δυνάμεις, κηρύχτηκε ο ατυχής ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897. Η Ελλάδα αναγκάστηκε να ανακαλέσει τις δυνάμεις της από την Κρήτη (21 Απριλίου 1897).Το κρητικό όνειρο για την ένωση είχε διαψευστεί για μια άλλη φορά. Οι ηγέτες της κρητικής Επανάστασης αναγκάζονται να δεχτούν τη λύση της αυτονομίας που λίγο πριν απέρριπταν κατηγορηματικά. Όσον αφορά το ζήτημα του διοικητή, οι Μεγάλες Δυνάμεις επέβαλαν ως ύπατο Αρμοστή Κρήτης τον πρίγκιπα Γεώργιο της Ελλάδας. Η Τουρκία δέχτηκε να γίνει η Κρήτη αυτόνομο κρατίδιο με τον όρο να μείνει το νησί κάτω από την επικυριαρχία του Σουλτάνου.
Ενώ το γεγονός αυτό χαροποίησε ιδιαίτερα τον κρητικό λαό, στις 25 Αυγούστου 1898 μουσουλμανικός όχλος βασιβουζούκων που δεν είχε χαρεί καθόλου για τις εξελίξεις, προέβη σε φοβερή σφαγή εκατοντάδων χριστιανών αμάχων και 17 Άγγλων στρατιωτών ,στο Ηράκλειο.
Δυο μήνες μετά το βομβαρδισμό του Ακρωτηρίου από τις «προστάτιδες» Δυνάμεις, κηρύχτηκε ο ατυχής ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897. Η Ελλάδα αναγκάστηκε να ανακαλέσει τις δυνάμεις της από την Κρήτη (21 Απριλίου 1897).Το κρητικό όνειρο για την ένωση είχε διαψευστεί για μια άλλη φορά. Οι ηγέτες της κρητικής Επανάστασης αναγκάζονται να δεχτούν τη λύση της αυτονομίας που λίγο πριν απέρριπταν κατηγορηματικά. Όσον αφορά το ζήτημα του διοικητή, οι Μεγάλες Δυνάμεις επέβαλαν ως ύπατο Αρμοστή Κρήτης τον πρίγκιπα Γεώργιο της Ελλάδας. Η Τουρκία δέχτηκε να γίνει η Κρήτη αυτόνομο κρατίδιο με τον όρο να μείνει το νησί κάτω από την επικυριαρχία του Σουλτάνου.
Ενώ το γεγονός αυτό χαροποίησε ιδιαίτερα τον κρητικό λαό, στις 25 Αυγούστου 1898 μουσουλμανικός όχλος βασιβουζούκων που δεν είχε χαρεί καθόλου για τις εξελίξεις, προέβη σε φοβερή σφαγή εκατοντάδων χριστιανών αμάχων και 17 Άγγλων στρατιωτών ,στο Ηράκλειο.
Η τελευταία πράξη του κρητικού δράματος, η μεγάλη σφαγή του Ηρακλείου, επιτάχυνε τη λύση το κρητικού ζητήματος: οι Μεγάλες Δυνάμεις αποδέχτηκαν το πάγιο αίτημα των χριστιανών της Κρήτης για την απομάκρυνση του τουρκικού στρατού. Στις 2 Νοεμβρίου και ο τελευταίος Τούρκος στρατιώτης εγκατέλειπε την Κρήτη.
Οι Μεγάλες Δυνάμεις ανήγγειλαν ότι την επομένη της αφίξεως του ύπατου Αρμοστή θα εγκατέλειπαν την Κρήτη.
Δε φαντάζονταν βέβαια οι Κρητικοί ότι οι Μεγάλες Δυνάμεις θα πραγματοποιούσαν αυτή την υπόσχεση 11 χρόνια μετά, το 1909.
Ένα μήνα αργότερα, 19 Δεκεμβρίου 1898,ο ύπατος Αρμοστής αποβιβάστηκε στη Σούδα. Η μακροχρόνια περίοδος της δουλείας είχε ουσιαστικά τελειώσει.
Ο Νίκος Καζαντζάκης πολύ γλαφυρά περιγράφει στο έργο του «Αναφορά στο Γκρέκο» την ημέρα της άφιξης του Πρίγκιπα Γεωργίου στο λιμάνι της Σούδας:
«Πετούσαν οι Κρητικοί τα κεφαλομάντιλά τους στον αέρα, έτρεχαν τα κλάματα και μούσκευαν τ’ άσπρα καπετανίστικα γένια, σήκωναν μανάδες τα μωρά τους να δουν τον ξανθό γίγαντα, το παραμυθένιο βασιλόπουλο, που ’χε ακούσει το θρήνο της Κρήτης κι είχε κινήσει, πριν από αιώνες, καβάλα σε άσπρο άλογο, σαν τον Άι – Γιώργη, να τη λευτερώσει.»
Δε φαντάζονταν βέβαια οι Κρητικοί ότι οι Μεγάλες Δυνάμεις θα πραγματοποιούσαν αυτή την υπόσχεση 11 χρόνια μετά, το 1909.
Ένα μήνα αργότερα, 19 Δεκεμβρίου 1898,ο ύπατος Αρμοστής αποβιβάστηκε στη Σούδα. Η μακροχρόνια περίοδος της δουλείας είχε ουσιαστικά τελειώσει.
Ο Νίκος Καζαντζάκης πολύ γλαφυρά περιγράφει στο έργο του «Αναφορά στο Γκρέκο» την ημέρα της άφιξης του Πρίγκιπα Γεωργίου στο λιμάνι της Σούδας:
«Πετούσαν οι Κρητικοί τα κεφαλομάντιλά τους στον αέρα, έτρεχαν τα κλάματα και μούσκευαν τ’ άσπρα καπετανίστικα γένια, σήκωναν μανάδες τα μωρά τους να δουν τον ξανθό γίγαντα, το παραμυθένιο βασιλόπουλο, που ’χε ακούσει το θρήνο της Κρήτης κι είχε κινήσει, πριν από αιώνες, καβάλα σε άσπρο άλογο, σαν τον Άι – Γιώργη, να τη λευτερώσει.»
O ερχομός του πρίγκιπα στα 1898 θεωρήθηκε ως ο αρραβώνας της Κρήτης με τη μητέρα Ελλάδα. Όμως αυτός ο αρραβώνας τραβούσε σε μάκρος . Η αδιαφορία του πρίγκιπα στο καυτό θέμα της Ένωσης, η απολυταρχική διοίκηση και η καταπάτηση των δημοκρατικών θεσμών απογοήτευσαν τον κρητικό λαό και ιδιαίτερα τους πολιτικούς του αντιπάλους, που διεκήρυτταν πως μόνη ορθή λύση ήταν η Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα, ενώ το πολίτευμα της αυτονομίας προσωρινό στάδιο. Ο δρόμος για το Θέρισο ήταν μονόδρομος. Εκεί συναντήθηκαν οι πολιτικοί και ο ένοπλος λαός για να εκβιάσουν την κατάσταση. Στις 10 Μαρτίου 1905, ο Ελευθέριος Βενιζέλος, επικεφαλής σημαντικής μερίδας της αντιπολιτευτικής κίνησης των Κρητών, κήρυξε στο χωριό Θέρισο επαναστατικό κίνημα. Με τον Βενιζέλο συμπαρατάχτηκαν
ο Κωνσταντίνος Φούμης και ο Κωνσταντίνος Μάνος, χίλιοι περίπου άνδρες, οι μισοί ένοπλοι, και πολυάριθμοι οπαδοί του κινήματος διασκορπισμένοι σε ολόκληρη την Κρήτη.
Το κίνημα του Θερίσου είχε δικαιωθεί και η πολιτική Βενιζέλου είχε θριαμβεύσει. Έτσι ο πρίγκιπας Γεώργιος, ευρισκόμενος στο περιθώριο των πολιτικών εξελίξεων και κάτω από την πίεση των Μεγάλων Δυνάμεων και της ελληνικής κυβέρνησης, αναγκάζεται να παραιτηθεί. 12 Σεπτεμβρίου του 1906 αναχωρεί από την Κρήτη με το ίδιο πλοίο, τα «Ψαρά», με το οποίο θα έρθει ο νέος αρμοστής Κρήτης, ο μετριοπαθής Αλέξανδρος Ζαϊμης.
Το κίνημα του Θερίσου είχε δικαιωθεί και η πολιτική Βενιζέλου είχε θριαμβεύσει. Έτσι ο πρίγκιπας Γεώργιος, ευρισκόμενος στο περιθώριο των πολιτικών εξελίξεων και κάτω από την πίεση των Μεγάλων Δυνάμεων και της ελληνικής κυβέρνησης, αναγκάζεται να παραιτηθεί. 12 Σεπτεμβρίου του 1906 αναχωρεί από την Κρήτη με το ίδιο πλοίο, τα «Ψαρά», με το οποίο θα έρθει ο νέος αρμοστής Κρήτης, ο μετριοπαθής Αλέξανδρος Ζαϊμης.
Όμως τα βάσανα της Κρήτης δεν τελείωσαν με την επανάσταση του Θερίσου. Παρά τα θετικά αποτελέσματα του κινήματος, οι Μεγάλες Δυνάμεις δεν προθυμοποιήθηκαν να δώσουν στην Κρήτη το πολυπόθητο αγαθό, την Ένωση. Βασικός λόγος ήταν ότι καθεμιά απ’ αυτές είχε ζωτικά συμφέροντα στην περιοχή, γι αυτό και δε συμφωνούσαν με τη λύση του κρητικού προβλήματος. Έτσι, δηλώνουν ότι δεν έφτασε η ώρα του τελικού διακανονισμού και ότι θα αποσύρουν τα στρατεύματά τους ως τον Ιούλιο του 1908, αφού πρώτα διασφαλίσουν την επικυριαρχία του σουλτάνου στο νησί. Όμως οι εξελίξεις στα Βαλκάνια ωθούν την ελληνική κυβέρνηση Θεοτόκη να υποδείξει στους Κρήτες την ανάγκη λαϊκών κινητοποιήσεων για την κήρυξη της ένωσης με την Ελλάδα. Σε λαϊκή συγκέντρωση στα Χανιά εγκρίθηκε ομόφωνα το πρώτο ψήφισμα της Ένωσης και η Κρητική Κυβέρνηση με τη σειρά της εξέδωσε επίσημο ψήφισμα. Οι Μεγάλες Δυνάμεις φάνηκαν να δέχονται σιωπηρά τις νέες εξελίξεις και δεν αντέδρασαν παρά τις διαμαρτυρίες των Τούρκων. Όταν όμως στο φρούριο του Φιρκά υψώθηκε η ελληνική σημαία, οι αντιπρόσωποι των Μεγάλων Δυνάμεων απαίτησαν την υποστολή της. Η Κυβέρνηση της Κρήτης παραιτήθηκε. Άγημα των Μεγάλων Δυνάμεων αποβιβά-στηκε στο Φιρκά και απέκοψε τον ιστό της ελληνικής σημαίας, καθώς δε βρέθηκε Κρητικός να την υποστείλει.
Τελικά οι Μεγάλες Δυνάμεις αποχωρούν οριστικά από την Κρήτη στις 26 Ιουλίου του 1909.
Τελικά οι Μεγάλες Δυνάμεις αποχωρούν οριστικά από την Κρήτη στις 26 Ιουλίου του 1909.
Μετά την παραίτηση της προσωρινής κυβέρνησης, νέα κυβέρνηση σχηματίστηκε. Στις εκλογές που έγιναν στην Κρήτη το 1910 το κόμμα του Βενιζέλου πλειοψήφισε. Η κυβέρνηση όμως ανασχηματίστηκε όταν ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος κάλεσε το Βενιζέλο στην Ελλάδα. Ο Βενιζέλος προσπάθησε ν΄ αποφύγει οποιαδήποτε ένταση με την Τουρκία. Γι αυτό αρνήθηκε να δεχτεί Κρήτες βουλευτές στη Βουλή.
Αυτό όμως που εμπόδισε η διπλωματία, το επέτρεψε ο πόλεμος. Με την έκρηξη των Βαλκανικών Πολέμων, τον Οκτώβριο του 1912, οι πύλες του ελληνικού κοινοβουλίου άνοιξαν για τους Κρήτες βουλευτές, που έγιναν δεκτοί με εκδηλώσεις πρωτοφανούς ενθουσιασμού.
Η επιτυχής έκβαση των Βαλκανικών Πολέμων έφερε τη λύση του Κρητικού Ζητήματος. Στις 14-2-1913 κατεβαίνουν από το φρούριο της Σούδας τα σύμβολα επικυριαρχίας του Σουλτάνου και των Μεγάλων Δυνάμεων. Με το άρθρο 4 της συνθήκης του Λονδίνου (30 Μαϊου 1913), ο Σουλτάνος παραιτήθηκε απ’ όλα τα δικαιώματά του στην Κρήτη. Ο Στέφανος Δραγούμης στις 28 Νοεμβρίου 1913 γνωστοποιούσε την άφιξη του βασιλιά Κωνσταντίνου και του Έλληνα πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου στα Χανιά για την επίσημη ανακήρυξη της Ένωσης, την Κυριακή 1 Δεκεμβρίου 1913.Τυχερός και ο κρητικός πρωθυπουργός που πραγματοποίησε το μεγάλο και πολυπόθητο όνειρο που ζει σήμερα η Κρήτη.
Αυτό όμως που εμπόδισε η διπλωματία, το επέτρεψε ο πόλεμος. Με την έκρηξη των Βαλκανικών Πολέμων, τον Οκτώβριο του 1912, οι πύλες του ελληνικού κοινοβουλίου άνοιξαν για τους Κρήτες βουλευτές, που έγιναν δεκτοί με εκδηλώσεις πρωτοφανούς ενθουσιασμού.
Η επιτυχής έκβαση των Βαλκανικών Πολέμων έφερε τη λύση του Κρητικού Ζητήματος. Στις 14-2-1913 κατεβαίνουν από το φρούριο της Σούδας τα σύμβολα επικυριαρχίας του Σουλτάνου και των Μεγάλων Δυνάμεων. Με το άρθρο 4 της συνθήκης του Λονδίνου (30 Μαϊου 1913), ο Σουλτάνος παραιτήθηκε απ’ όλα τα δικαιώματά του στην Κρήτη. Ο Στέφανος Δραγούμης στις 28 Νοεμβρίου 1913 γνωστοποιούσε την άφιξη του βασιλιά Κωνσταντίνου και του Έλληνα πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου στα Χανιά για την επίσημη ανακήρυξη της Ένωσης, την Κυριακή 1 Δεκεμβρίου 1913.Τυχερός και ο κρητικός πρωθυπουργός που πραγματοποίησε το μεγάλο και πολυπόθητο όνειρο που ζει σήμερα η Κρήτη.
Έτσι έληξε η μακρόχρονη δραματική περιπέτεια της Κρήτης με τις συνεχείς ταλαντεύσεις μέχρι την τελική λύση της που εκπληρούσε τους πόθους του κρητικού λαού. Τα δώρα με τα οποία γενναιόδωρα την προίκισε η Τύχη, στάθηκαν μοιραία για την ίδια την ύπαρξή της.